Σαν πεζοπόρος που ψάχνει την ψυχή του
στο Camino De Santiago και μετράει την αντοχή του
Σαν πενηντάρης πεισματάρης στην Κριστιάνια
Στην Αλ-Κουσέγια κόπτη μοναχού τη μετάνοια
Σαν το αλήθεμα εικόνας του Bertrand από ψηλά
στην αλυπησιά του ανθρώπου ένα δάκρυ που κυλά
σαν του πιανίστα στην πλατεία Ταξίμ τη μοναξιά
σαν του παλιάτσου τη μόνη και μπαλωμένη αλλαξιά.
Σαν την αγερασιά ενός Σούφι στο Βαρανάσι
σαν το καντήλι που καίει στα γκρεμνά σε εικονοστάσι
Σαν την αλυγισιά εξόριστου Θιβετιανού στην Κίνα,
σαν το γέλιο παιδιού στην Τσιάπας που κοροϊδεύει την πείνα
Βάστα όπως στο Κίεβο τώρα, οι Εβραίοι και οι Ρομά
σαν οροθετικός στην Αθήνα που δε σιωπά και τολμά
σαν τους Αιγύπτιους ψαράδες στο Πέραμα
Βάστα στον κόσμο που γεννιέται βλέπω πέρασμα.
Οι αιμοπότες στην αλυπησιά τους
στους συνετούς τάζουν αθανασία
Και οι προδότες στην αγερασιά τους
ποθούν την απόλυτη εξουσία.
Το αύριο δε χτίζεται απ' τις φήμες
Ο κόσμος ο παλιός τους πεθαίνει
Δεν φτάνουν μόνο οι ρίμες,
άκου το χτες πως βαριανασαίνει.
Σαν τον συγγραφέα λογοκριμμένης παράστασης
σαν τα όνειρα ζωγράφου σε ίδρυμα αποκατάστασης
σαν επιζώντας απ' το Φαρμακονήσι και αζήτητος
σαν Σύριος πρόσφυγας τυφλός κι αμίλητος.
Σα μάνα που στέκεται στο άρρωστο παιδί της
σαν έφηβη Ινδή που υψώνει τη φωνή της
Σα Χιλιάνικο τραγούδι για τη λευτεριά
σα λαβωμένος που δεν ανέχεται την ανημποριά.
Σαν Κρητικός ακατέργαστος βουνίσιος τσοπάνης
σαν τα γερόντια, τα στοιχειά στα χωριά της Μάνης.
Σαν Μαυριτάνικος μύθος πολεμιστή στην Γρανάδα
σαν τη γαλήνη του ναυτικού στην καλάδα.
Βάστα σα στοχασμός στου όχλου την ανεμομιλιά
σαν του μεγάλου φαραγγγιού τη διπλή αντιλαλιά.
Βάστα δίπλα στων πλούσιων το αλυχτομανιό
σα γελαστό παιδί αντίκρυ στο θεριό.
Οι αιμοπότες στην αλυπησιά τους
στους συνετούς τάζουν αθανασία
Και οι προδότες στην αγερασιά τους
ποθούν την απόλυτη εξουσία.
Το αύριο δε χτίζεται απ' τις φήμες
Ο κόσμος ο παλιός τους πεθαίνει
Δεν φτάνουν μόνο οι ρίμες,
άκου το χτες πως βαριανασαίνει